Ερωτας διαρκείας με τη δικηγορία


ΑΛΕΞΑΝ∆ΡΟΣ ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ

Ο άνθρωπος που ταύτισε το επάγγελμα του ποινικολόγου με το όνομά του,  όντας ένας από τους κορυφαίους διεθνώς, συνεχίζει να δουλεύει,  να το αγαπά και να το ζει με το ίδιο πάθος μετά από 53 ολόκληρα χρόνια.

Ψηλός, με αθλητικό παράστημα, λευκά ατίθασα μακριά μαλλιά, «πατριαρχική»   γενειάδα, τιράντες, κομψό ραμμένο σταυρωτό σακάκι και κλασικό πουκάμισο   με κάθετες ρίγες που τον κάνουν να δείχνει ακόμα ψηλότερος, λευκό γιακά   και μανσέτες, ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος έχει από χρόνια επιβάλει με την   εμφάνισή του το δικό του προσωπικό στυλ. Θα μπορούσε να συγκριθεί   φυσιογνωμικά με τους χαρακτήρες των μεγαλοδικηγόρων του αμερικάνικου   Νότου, με μια νότα βετεράνου ροκ σταρ όπως τους περιγράφει στα μυθιστορήματά   του ο Τζον Γκρίσαμ. Με μια, όμως, διαφορά: ο Λυκουρέζος δεν έχει αιχμαλωτιστεί   στην εικόνα μιας ατομικής βιτρίνας κύρους και καλού γούστου. Αντίθετα,   αποτυπώνεται σαν ζωντανή ενσάρκωση αυτού που έχει αποκληθεί «επάγγελμα   Λυκουρέζος» για να δηλώσει τη συνταύτισή του με την έννοια του ποινικολόγου.

Επάγγελμα μεν ο ποινικολόγος, αλλά για τον ίδιο εμπεριέχει πρώτα απ’ όλα τη σφοδρή   αγάπη και την ολοκληρωτική αφοσίωσή του προς αυτό. Αυτό το πάθος, το νοιάξιμο, ο ζήλος,   το μεράκι είναι που τον θρέφουν και τον αναζωογονούν αδιάκοπα. «Είναι κάτι μέσα μου   που δεν στεγνώνει. Ανακυκλώνεται. Και αλληλοπυροδοτείται», λέει με τη ζωντάνια μιας ρη-  τορικής που δεν στερείται εγκάρδιας γλαφυρότητας. Ωστόσο προσθέτει με εύστοχο ρεα-  λισμό ότι δεν αρκεί μόνο το μεράκι σε αυτό το επάγγελμα για να είναι κανείς αποτελεσμα-  τικός στον χειρισμό μιας υπόθεσης ώστε να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα του   εντολέα του. ∆εν φτάνει καν στον σημερινό πολυεπίπεδο και απαιτητικό κόσμο η δημοσι-  ότητα που προσφέρουν οι εκάστοτε πολύκροτες ποινικές υποθέσεις. «Χρειάζεται ακόμα   μελέτη, θεωρητική κατάρτιση, ενημέρωση για τις εξελίξεις, σφαιρική   αντίληψη και φαντασία». ∆ηλαδή, δουλειά, πολλή δουλειά. Που ο   ίδιος τη γνωρίζει βιωματικά με όλη της την ένταση έπειτα από 53   χρόνια μάχιμης δικηγορίας. Οι συνεργάτες του εξομολογούνται ότι   ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος φτάνει καθημερινά πρώτος στο γραφείο   και φεύγει τελευταίος. Προσέρχεται, λένε, ακμαίος και δραστήριος   κάθε πρωί σε ένα γραφείο που μετράει πάνω από έναν αιώνα ζωής   και αποχωρεί περήφανος αργά το βράδυ από έναν χώρο που έχει   σηματοδοτήσει με αδρές γραμμές τη διάρκεια, την παράδοση, τη   συσσώρευση γνώσης και εμπειρίας, καθώς και την έννοια της συ-  νέχειας. Το πρωτοΐδρυσε το 1910 ο παππούς του Κωνσταντίνος, το   λειτούργησε επιτυχημένα επί χρόνια ο πατέρας του Παυσανίας, το ανέπτυξε ο ίδιος ώστε   να συγκαταλέγεται από τους Ελληνες και ξένους πελάτες του στα κορυφαία ονόματα στο   αντικείμενό του. Το μαρτυρούν οι αναφορές σε αυτόν από διεθνή ΜΜΕ όπως η «Corriere   Della Sera», η «Liberation», οι «New York Times», ο «Economist». Το δηλώνουν οι αλλεπάλ-  ληλες τηλεφωνικές κλήσεις, το πλήθος του επιτελείου των αεικίνητων συνεργατών του, οι   πολυάριθμες εντοιχισμένες βιβλιοθήκες που στέκουν σαν όρθιοι γερανοί, έτοιμοι να μετα-  φέρουν σε κάθε συζήτηση το βάρος μιας γνώσης χρήσιμης σε συσκέψεις, διαπραγματεύ-  σεις και ακροατήρια.

Τα τελευταία χρόνια, άλλωστε, πέρα από το ποινικό, το δικηγορικό γραφείο Λυκουρέζου έχει διευρύνει την πρακτική του με επιτυχία στο εμπορικό, εταιρικό και επιχειρηματικό δίκαιο παρέχοντας εξειδικευμένη τεχνογνωσία στους τομείς των ιδι-  ωτικοποιήσεων και των επενδύσεων, με έμφαση στις συμπράξεις   ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Αναπόφευκτα, ο ίδιος έχει επωμισθεί,   λόγω της εμπειρίας του στο διεθνές ποινικό δίκαιο και της γνώσης   πολλών ξένων γλωσσών, τον διευρυμένο και σύνθετο πλέον όγκο δι-  ασυνοριακών υποχρεώσεων και χειρισμών του γραφείου του. «Ταξι-  δεύω συχνά πότε στο Λονδίνο, πότε στην Κύπρο και πότε στο Μονακό,   συνεργάζομαι με τους ξένους συναδέλφους για υποθέσεις που αφορούν   εγχώρια ή αλλοδαπά φυσικά και νομικά πρόσωπα», λέει καθισμένος   πίσω από ένα δρύινο γραφείο, φορτωμένο με βιβλία, σημειώσεις και   έγγραφα, αλλά χωρίς ηλεκτρονικό υπολογιστή. Εκεί μετουσιώνει κα-  θημερινά την ενέργειά του σε δημιουργική πράξη.   Το τελευταίο χρονικό διάστημα, άλλωστε, εμφανίζεται μια έξαρση   των λεγόμενων ποινικών υποθέσεων που τον κρατά σε εγρήγορση.  «Πιστεύω ότι σε αυτές τις συνθήκες ήταν πάρα πολύ επιτυχής η δημι-  ουργία του θεσμού του εισαγγελέα πάταξης της διαφθοράς. Ομως οι   αρμόδιοι δικαστές και οι εισαγγελείς επωμίζονται πολύ βαρύ φορτίο και   μεγάλη ευθύνη ταυτόχρονα. Γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχει νηφαλιότη-  τα καθώς και τήρηση της αρχής της αναλογικότητας για να μην ξεφεύ-  γουμε από την αναγκαία ισορροπία που, καμιά φορά, η πίεση πολλών   παραγόντων τείνει να την αγνοεί». Είναι, άλλωστε, ένας άνθρωπος που   έχει θέσει αρχές από την έναρξη της σταδιοδρομίας του και υπό το   αξιακό τους φορτίο αντιμετωπίζει γενναιόδωρα τη ζωή. «Εχω αποβά-  λει από το λεξιλόγιό μου τις λέξεις “πλήξη” και “σύνταξη”», λέει απλά   και το εννοεί ακριβώς χωρίς να ρισκάρει να παρανοηθούν όλα όσα   λέει ως υπαινικτική περιφρόνηση. Οχι επειδή κανένας ποινικολόγος δεν πλήττει, αφού καμιά υπόθεση που αναλαμβάνει δεν είναι ίδια,  ούτε γιατί θεωρεί, από κάποια τυπολατρική αδιαλλαξία, τη συνταξιο-  δότηση ως σταδιακή βιολογική συρρίκνωση και οριστική παραίτηση   από το καθήκον του λειτουργού της Θέμιδος. Σε αυτή τη δήλωσή του   συμπυκνώνεται η ασυμβίβαστη πεποίθησή του, συνδυασμένη με   ανεξάντλητη θέληση, επιμονή και εργατικότητα, να μείνει «με τα   παπούτσια στα πόδια», όπως λέει, «όρθιος και μαχόμενος». Σύμμαχοί   του στη βαθιά χαραγμένη αφοσίωσή του στη δουλειά η καλή σωμα-  τική υγεία -διετέλεσε πανελληνιονίκης στην ξιφασκία και ταλαντούχος   κολυμβητής του Παναθηναϊκού-, η πνευματική του διαύγεια, την   οποία αξιοποιεί καθημερινά και με μεθοδικότητα σε πληθώρα υπο-  θέσεων, και, βέβαια, η συναισθηματική ισορροπία του.   Η μοναδική κορνίζα που βρίσκεται πάνω στο επιμελημένο με   τάξη ατομικό του γραφείο περιέχει τη φωτογραφία της Ζωής Λάσκα-  ρη που αντανακλά μια μακρόχρονη περίοδο της ευτυχισμένης κοινής   ζωής τους. «Είχε προηγηθεί από καθαρά επαγγελματική αφορμή ένα   δείπνο των δύο μας στην παραδοσιακή ταβέρνα του “Ζαφείρη” στην   Πλάκα. Ερωτευτήκαμε και στους τρεις μήνες παντρευτήκαμε. Κλείνου-  με 38 χρόνια συμβίωσης στις 31 Ιουνίου του 2014, μια ολόκληρη ζωή»,  τονίζει εμφατικά. Μια διάρκεια που υπερασπίζει, αν όχι αυτονόητα,   τουλάχιστον με τα πιο ακαταμάχητα επιχειρήματα μια σχέση δυνατή   και ανανεούμενη, η οποία πηγάζει από τον αλληλοσεβασμό και την   αμοιβαία αγάπη που τρέφει ο ένας για τον άλλον, αλλά και για την   οικογένειά τους.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙ∆Α

Οι εσωτερικοί τοίχοι, όμως, που περικλείουν το γραφείο του είναι  διακοσμημένοι με δεκάδες ταμπλό με βυζαντινές εικόνες, αποκόμ-  ματα πρωτοσέλιδων και εκτενή δημοσιεύματα από μεγάλες δίκες,   σκίτσα με τη μορφή του ποινικολόγου, εξώφυλλα περιοδικών με το   πρόσωπό του και αναρίθμητα σε πρώτη ματιά φωτογραφικά στιγ-  μιότυπα και πορτρέτα – πολλά από αυτά «τραβηγμένα» από τον ίδιο.   Τον περιβάλλουν έτσι οι δικοί του άνθρωποι: οπλαρχηγοί του ’21,   πολιτικοί και νομικοί του πρόγονοι, τα παιδιά του. «Η κόρη μου η   Μαρία-Ελένη και τα δυο μου παιδιά, μεγάλα πια, από τον πρώτο μου   γάμο με τη Βραζιλιάνα Αλίσια Κοριολάνο, η Μαρίνα και ο Ιάσων», λέει.   Πιο πλάι δάσκαλοι, συναθλητές, διεθνείς πολιτικές προσωπικότητες,   συμφοιτητές, σαν τον καθηγητή ∆ημήτρη Τσάτσο από τα χρόνια των   μεταπτυχιακών του στη Φιλοσοφία του ∆ικαίου στη Χαϊδελβέργη,   παρέα με τον Ζορζ Μουστακί από την εποχή της διαφυγής και εξο-  ρίας του επί έξι χρόνια στο εξωτερικό, κυρίως στο Παρίσι, εξαιτίας   της χούντας του 1967. Αυτής της ομάδας των πραξικοπηματιών που   κατέλυσαν τη δημοκρατία στην Ελλάδα και πρώτος αυτός μήνυσε   τον Σεπτέμβριο του 1974 για εσχάτη προδοσία. Ωστόσο, ο χώρος του προσωπικού του γραφείου δεν υπαινίσσεται καν υφολογικά μια  αίθουσα τροπαίων από μια ένδοξη καριέρα, ούτε έναν περιβάλλοντα   «κλωβό ματαιοδοξίας». Αποτελεί, αντίθετα, μια διαρκώς σαγηνευτι-  κή υπενθύμιση της καλλιέργειας, της φιλοτεχνίας και της παιδείας   του. Γιατί εκεί δίπλα και αντικριστά του είναι αναρτημένα τα πορ-  τρέτα των αγαπημένων φίλων του και σπουδαίων καλλιτεχνών: της   Μελίνας και του Χορν, του Μάνου και του Μίκη, του Ελύτη και του   Γκάτσου, του Ξαρχάκου, του Κακογιάννη, του Τσαρούχη και τόσων   άλλων. Για έναν άνθρωπο που δεν πίνει καθόλου αλκοόλ αυτή η   προσωπική πινακοθήκη αποτελεί μια νηφάλια ευφραντική μέθη.   Οχι νοσταλγία, αλλά μέθεξη, με την έννοια της συμμετοχής, της   συνάντησης και της επικοινωνίας. «Ολη μου την εφηβεία και τα αρ-  χικά χρόνια της δικηγορίας -αφού αυτοί υπήρξαν και οι πρώτοι πελά-  τες μου- τα πέρασα στου “Φλόκα” παρέα τους. Παρότι δεν ακολούθη-  σα το μονοπάτι της τέχνης ή της αρχιτεκτονικής, που ανέκαθεν με   γοήτευαν, με τη συναναστροφή μαζί τους υπήρξα τυχερός καθώς ει-  σέπραξα έναν ανεκτίμητο εσωτερικό πλούτο, τον οποίο πιστεύω ότι   διατηρώ ακόμα». Οι φίλοι, εξάλλου, του Λυκουρέζου, πολύ πριν του   αποκαλυφθεί η αλήθεια της δικογραφίας και ο παράφορος ενθου-  σιασμός με το ποινικό δίκαιο που τον συνεπήρε, του πιστώνουν   συναισθηματική ευρυχωρία, νηφαλιότητα, τόλμη, ευθυκρισία και   επιείκεια προς τους ανθρώπους. Με αυτά τα ποιοτικά και στοχαστι-  κά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν μετέβαλε η συνάφειά του με τον   κόσμο των δικαστηρίων, λένε, πορεύτηκε ορμητικά, κοπιαστικά και   σταθερά ανοδικά στη μακρά επαγγελματική του σταδιοδρομία. ∆εν   συνέβη, όμως, το ίδιο και στη σχετικά σύντομη πολιτική του περι-  πλάνηση στο Κοινοβούλιο. Για έναν άνθρωπο που απεχθάνεται την   υποκρισία, την κολακεία και τη φιλαργυρία, ήταν αναμενόμενο,   συμπληρώνουν.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η εμπλοκή του με την ενεργή πολιτική ξεκίνησε επί Μεταπολίτευ-  σης, το 1974. «Τότε επέλεξα, νομίζω λαθεμένα, να πολιτευθώ με την   Ενωση Κέντρου, αν και -δεν υπερβάλλω παρότι φαίνεται παράλογο-   είχα προτάσεις και από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.∆. να κατέβω υποψήφι-  ος στη Μεσσηνία ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση του   παππού και του πατέρα μου», μας εκμυστηρεύεται. Τότε δεν εξε-  λέγη και επέστρεψε με φούρια στη δικηγορία. Πολιτεύτηκε και   πάλι έπειτα από 26 χρόνια με το ψηφοδέλτιο της Ν.∆. και βγήκε   βουλευτής στην Α’ Αθήνας το 2000. «Ενδεχομένως θα είχα παραμεί-  νει στην πολιτική αν δεν είχε μεσολαβήσει το θέμα των ασυμβίβαστου   όταν μου ετέθη το δίλημμα “ή μένεις στην πολιτική ή μένεις στο   επάγγελμά σου”. Επέλεξα το δεύτερο», λέει. Προχώρησε, όμως, ένα   βήμα παραπέρα, καθώς προσέφυγε στο ∆ικαστήριο των Ανθρωπί-  νων ∆ικαιωμάτων στο Στρασβούργο κατά του Ελληνικού ∆ημοσίου.   «Κέρδισα τη δίκη ομόφωνα διότι θεωρήθηκε ότι δεν ήταν νόμιμο να   τεθεί το θέμα του ασυμβίβαστου διαρκούσης της συγκεκριμένης   κοινοβουλευτικής περιόδου», συμπληρώνει, περισσότερο με τη   σύνεση του νομικού που συνεισέφερε στην ορθή απονομή δικαι-  οσύνης παρά με την αυτάρεσκη περηφάνια ενός δικηγόρου που   υποτίθεται ότι πήρε προσωπική ρεβάνς για μια εις βάρος του   αδικία. Ολοι όσοι, εξάλλου, συναναστρέφονται τον γνωστό ποινι-  κολόγο τονίζουν σε κάθε ευκαιρία την αντικειμενικότητα που τον   διακρίνει. Οταν, μάλιστα, λένε, ανέλαβε για σύντομο χρονικό διά-  στημα την προεδρία της ΕΠΑΕ το 2005, ακόμα και οι αντίπαλοί του   τού αναγνωρίζουν ότι λειτούργησε άψογα και αμερόληπτα γιατί   ποτέ του δεν «φόρεσε» στο συγκεκριμένο πόστο το παραδοσιακά   πράσινο οπαδικό του κασκόλ.   Η αλήθεια είναι ότι ο Αλέξαδρος Λυκουρέζος, τυπικός άνθρωπος   της πόλης, ένας αστός που αγαπά την Αθήνα, λατρεύει το κέντρο, την   άσφαλτο, τα διαμερίσματα, τα στέκια της για καφέ, παραμένει βαθύ-  τατα πολιτικός, καθώς συνεισφέρει με παρουσίες και παρεμβάσεις,   γενικότερα, στον δημόσιο βίο της χώρας. «Για να είμαι ειλικρινής,   παραμένω φίλος της Ν.∆., αγαπώ και εκτιμώ τον Αντώνη Σαμαρά και   ομολογώ ότι στηρίζω όσο μπορώ το έργο που κάνει. Ωστόσο, δεν έχω   καμία κομματική δραστηριότητα. Είμαι αποκλειστικά αφοσιωμένος στο   δικηγορικό μου γραφείο», λέει, για να επιβεβαιώσει άλλη μια φορά   πως είναι ένας αθεράπευτος εραστής της δουλειάς του. Ενός επαγ-  γέλματος που του ταιριάζει, τον συγκινεί και τον αναπλάθει αενάως   από τότε που το ξεκίνησε, στα 27 του χρόνια.   Στις 4 Φεβρουαρίου ο γνωστός ποινικολόγος γιόρτασε τα γενέθλια   της εισόδου του στην 8η δεκαετία της ζωής του, με άσβεστη τη δίψα   να ατενίσει αισιόδοξα ακόμα πιο μπροστά. «Η βιολογική μου ηλικία   είναι 80, αλλά εγώ πιστεύω ότι έχω άλλες τρεις ηλικίες: την αισθηματική,   την πνευματική και την ψυχολογική, και εκεί νομίζω ότι είμαι ένας   αθεράπευτα έφηβος. Αλλωστε η ηλικία είναι όρος έλξης και όχι απομά-  κρυνσής μου από το επάγγελμα», τονίζει με νόημα. Τελικά, αν η αδιά-  κοπη εργασία είναι μητέρα της φήμης και η χαρά κόρη της δημιουρ-  γικότητας, για τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο η δουλειά είναι κάτι πιο απλό:   συνώνυμο της ίδιας της ζωής.

Του ∆ημήτρη Παγαδάκη
Πρώτο Θέμα

Press

  • “... Alexander Lykourezos, e nei Balcani lo conoscono tutti. E considerato “il” principe del Foro ...”

    -Corriere Della Sera-
  • “... Αlexander Lykourezos est l’avocat le plus prise du pays ...”

    – Libération-